Τετάρτη 30 Ιουνίου 2010

Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος



Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ( Κωνσταντινούπολη 3 Φεβρουαρίου 1791 - Αίγινα 6 Αυγούστου 1865) ήταν διπλωμάτης, αγωνιστής του '21 και πολιτικός. Συμμετείχε κυρίως στα πολιτικά πράγματα της επανάστασης του '21, ιθύνων νους της ανταρσίας της Ύδρας (1831) και πρωθυπουργός πέντε φορές. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης αλλά και επί Όθωνα ήταν ο κύριος εκφραστής της αγγλικής πολιτικής. Από πολλούς έχει χαρακτηριστεί ως το «μαύρο πρόβατο» του '21 ενώ οι σύγχρονοι ιστορικοί τον κατατάσσουν στην κατηγορία των αμφιλεγόμενων προσώπων.
Γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου του 1791 στο Αρναούτκιοϊ, προάστιο της Κωνσταντινούπολης, και ήταν γιος του Νικολάου Μαυροκορδάτου (1744-1818), Μέγα Μπάνου της Βλαχίας και γόνου της αρχοντικής Φαναριώτικης οικογένειας των Μαυροκορδάτων, και της Σμαράγδας Καρατζά, κόρης του Νικολάου Καρατζά, ηγεμόνα της Μολδοβλαχίας. Διδάχτηκε τα πρώτα του γράμματα απο τον οικοδιδάσκαλο του σπιτιού και έμαθε από νωρίς να μιλά την τουρκική, γαλλική και φυσικά την ελληνική γλώσσα. Την περίοδο 1807-1811 σπούδαζε στη Μεγάλη Σχολή του Γένους.
Το 1812 ο θείος του Ιωάννης Καρατζάς ανέρχεται στο αξίωμα του ηγεμόνα της Βλαχίας και τον προσλαμβάνει γραμματέα του. Σύντομα όμως διακρίθηκε και προάχθηκε στο αξίωμα του Μέγα Ποστέλνικου. Το 1818 και συγκεκριμένα στις 29 Σεπτεμβρίου ο Ιωάννης Καρατζάς, φοβούμενος για τη ζωή του, αναχωρεί από το Βουκουρέστι συνοδευόμενος απο διαφόρους αυλικούς, μεταξύ των οποίων και ο Μαυροκορδάτος. Με την φυγή αυτή του Καρατζά οι πιθανότητες του Μαυροκορδάτου για ανάληψη κάποιας σπουδαίας θέσης στο διοικητικό μηχανισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εξαφανίζονται, γεγονός που θα τον καταστήσει φιλικά διακείμενο ως προς την ιδέα της επανάστασης.
Πρώτος σταθμός των φυγάδων ήταν η Γενεύη της Ελβετίας, όπου παρέμειναν για ένα εξάμηνο. Εκεί πήρε μαθήματα οχυρωματικής, τα οποία θα εφάρμοζε αργότερα, στο Μεσολόγγι. Έπειτα αναχώρησαν για την Πίζα της Ιταλίας, όπου συνάντησαν και τον Μητροπολίτη Ιγνάντιο Ουγγροβλαχίας, στου οποίου το σπίτι διέμειναν. Εκεί δημιουργήθηκε ο γνωστός «κύκλος της Πίζας», ο οποίος θα διαδραματίσει σημαίνοντα ρόλο στην εξέλιξη της επανάστασης του '21. Το 1819, κατά πάσα πιθανότητα, ο Μαυροκορδάτος μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Τσακάλωφ, ο οποίος τον είχε επισκεφθεί στην Πίζα μαζί με τον Παναγιώτη Αναγνωστόπουλο. Ο «κύκλος της Πίζας» θεωρούσε ότι η επανάσταση απαιτούσε περισσότερο χρόνο και μεγαλύτερη προετοιμασία ενώ ήταν αντίθετη ως προς την τοποθέτηση του Αλέξανδρου Υψηλάντη στην αρχηγία της Φιλικής Εταιρείας. Στην Πίζα ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ήρθε ακόμα σε επαφή με τον Άγγλο ποιητή Σέλλεϋ αλλά και με άλλους διανοούμενους. Παράλληλα σπούδαζε ιατρική στο τοπικό πανεπιστήμιο.
Την περίοδο της παραμονής του στην ιταλική χερσόνησο έγραψε το έργο «Συνοπτικά περι Τουρκίας», το οποίο όμως δεν εξέδωσε λόγω των φιλελεύθερων ιδεών που εξέφραζε.
Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος
Με το ξέσπασμα της επανάστασης του '21 ο Μαυροκορδάτος αναχώρησε από το Λιβόρνο μαζί με συνοδεία Ευρωπαίων στρατιωτικών για την Πάτρα, πιστεύοντας ότι είχε ελευθερωθεί. Στην πορεία όμως έμαθε ότι βρισκόταν ακόμα στα χέρια των Οθωμανών γι' αυτό και εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι. Λίγο πριν αποβιβαστεί εκεί, ο Μαυροκορδάτος βύθισε το πλοίο που τον μετέφερε με την δικαιολογία ότι θα αιχμαλωτιζόταν από τον τουρκικό στόλο που έπλεε στην περιοχή. Κατ' άλλους η κίνηση αυτή του Μαυροκορδάτου έγινε για να καταχραστεί τις χρηματικές εισφορές των Ελλήνων ομογενών στην Ιταλία, τις οποίες μετέφερε το πλοίο.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Μαυροκορδάτος στάθηκε τυχερός. Το Μεσολόγγι εξυπηρετούσε πολύ περισσότερο τα πολιτικά σχέδιά του αφού δεν είχε ισχυρούς προκρίτους να το ελέγχουν, σε αντίθεση με την Πάτρα στην οποία υπήρχαν οι Αθανάσιος Κανακάρης, Ανδρέας Καλαμογδάρτης, Ανδρέας Ζαΐμης κ.α. Αν είχε εγκατασταθεί στην Πάτρα οι κινήσεις του θα περιορίζονταν σημαντικά και το σίγουρο είναι ότι θα διαδραμάτιζε δευτερεύοντα ρόλο στην επανάσταση.
Αμέσως ήρθε σε επαφή με τον Φαναριώτη Θεόδωρο Νέγρη και τον επίσης Φαναριώτη και γιο του Ιωάννη, Κωστάκη Καρατζά. Μαζί έφτιαξαν μια ομάδα, η οποία σκοπό θα είχε να επιβληθεί στους Ρουμελιώτες οπλαρχηγούς. Προσέλαβε επίσης Σουλιώτες μισθοφόρους, οι οποίοι χρησίμευσαν στην επιβολή των σχεδίων του. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου, σε συνάντησή του με τον Υψηλάντη, του ζήτησε να παραιτηθεί από την ανώτατη αρχή της Φιλικής, αφού δεν υπάρχει πια λόγος ύπαρξης αυτής. Εκφράζοντας τέτοιες πεποιθήσεις πήρε ξεκάθαρα μέρος υπέρ των κοτζαμπάσηδων, εξασφαλίζοντας έτσι την υποστήριξή τους στο πρόσωπό του. Ο Δημήτριος Υψηλάντης όμως, μη γνωρίζοντας τα μελλοντικά σχέδιά του, τον όρισε πληρεξούσιό του στη Ρούμελη, διαπράττοντας έτσι τεράστιο σφάλμα ενάντια στα συμφέροντα της Φιλικής Εταιρείας. Αυτή η νομιμοποίηση θα τον βοηθούσε σημαντικά στην συνέχιση των σχεδίων του. Τον Νοέμβριο του 1821 συγκροτεί τον «οργανισμό της δυτικής Χέρσου Ελλάδος», τα μέλη του οποίου εξέλεξαν γερουσία με πρόεδρο τον ίδιο τον Μαυροκορδάτο.
Παράλληλα λαμβάνει μέρος στην Α' Εθνοσυνέλευση της Επιδαύρου, στην οποία εκμεταλλευόμενος τη σχέση του με τους κοτζαμπάσηδες του Μοριά αλλά και τις αντιθέσεις μεταξύ Φιλικών, στρατιωτικών και κοτζαμπάσηδων εκλέχθηκε πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης και λίγες μέρες αργότερα, στις 15 Ιανουαρίου του 1822, πρόεδρος του εκτελεστικού, κατ' ουσίαν πρωθυπουργός.
Παράλληλα με όλες αυτές τις υποχρεώσεις προσπαθεί να εδραιώσει την κυριαρχία του στη Ρούμελη, η οποία ελεγχόταν από καπιτάνιους(=οπλαρχηγούς) όπως οι Βαρνακιώτης, Οδυσσέας Ανδρούτσος, Γεώργιος Καραϊσκάκης, Θεόδωρος Γρίβας, Γώγος κ.α. Με δόλια μέσα θα καταφέρει να καταγγείλει τον Βαρνακιώτη, τον σημαντικότερο καπετάνιο της Ρούμελης, σαν προδότη βγάζοντάς τον ουσιαστικά από τη μέση.
Η επιτυχία στο πολιτικό μέρος δεν ήταν ανάλογη με αυτή στο στρατιωτικό. Ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος πίστευε ότι αν πετύχαινε μια περιφανή νίκη εναντίον των τουρκικών στρατευμάτων θα κατάφερνε να επισκιάσει τους στρατηγούς και να αποκτήσει ακόμα περισσότερο κύρος. Γι' αυτό το λόγο οργάνωσε εκστρατεία στην Ήπειρο, η οποία οδήγησε στην αποτυχημένη μάχη του Πέτα.
Επικεφαλής της εκστρατείας ήταν ο ίδιος ο Μαυροκορδάτος, ο οποίος συγκέντρωσε στρατό 3.000 ατόμων καθώς και σώμα Φιλελλήνων. Η επιτελεία του σώματος ανατέθηκε στον Ευρωπαίο αξιωματικό Νόρμαν. Στα υψώματα του Πέτα τα δύο στρατεύματα συγκρούστηκαν μεταξύ τους αλλά στην κρίσιμη στιγμή της μάχης ο καπετάνιος Γώγος εγκατέλειψε το ελληνικό στράτευμα, με αποτέλεσμα οι Έλληνες να βρεθούν σε δεινή θέση. Ο Μαυροκορδάτος, όντας 6 ώρες μακριά από τον τόπο της μάχης, δεν μπορούσε να δώσει οδηγίες για οργανωμένη υποχώρηση με αποτέλεσμα οι Έλληνες να πάθουν πανωλεθρία. Τα λάθη του Μαυροκορδάτου σε συνδυασμό με τη φυγή του Γώγου οδήγησαν όχι μόνο στην ήττα των Ελλήνων αλλά και στην διάλυση των οργανωμένων ελληνικών δυνάμεων της περιοχής με αποτέλεσμα οι Τούρκοι να προελάσουν μέχρι το Μεσολόγγι.
Την υπεράσπιση του Μεσολογγίου ανέλαβαν οι Μάρκος Μπότσαρης και Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος. Στην κατάλληλη οχύρωση της πόλης έπαιξαν ρόλο και οι σχετικές με το συγκεκριμένο θέμα σπουδές του δεύτερου. Τελικά ύστερα και από την βοήθεια του Βαρνακιώτη, ο οποίος σαμποτάριζε τους Τούρκους, η πολιορκία λύθηκε.
Τον Απρίλιο εκλέχθηκε γραμματέας του Εκτελεστικού και στη συνέχεια πρόεδρος του βουλευτικού. Οι ενέργειες του Μαυροκορδάτου εξαγρίωσαν τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, ο οποίος τον απείλησε λέγοντάς του «μην καθίσεις πρόεδρος, ότι έρχομαι και σε διώχνω με τα λεμόνια, με τη βελάδα όπου ήρθες». Ύστερα από αυτή την προειδοποίηση ο Μαυροκορδάτος αναχώρησε για την Ύδρα,από όπου μπορούσε ελεύθερα να σχεδιάσει τις πολιτικές του κινήσεις. Η αποχώρηση του Μαυροκορδάτου θεωρήθηκε επιτυχία του Κολοκοτρώνη, που δεν μπορούσε τότε να συνειδητοποιήσει τα μελλούμενα. Ο Μαυροκορδάτος, έχοντας στενές επαφές με την Αγγλική κυβέρνηση, είχε σχεδόν εξασφαλίσει την υπόσχεσή τους για δάνειο, το οποίο ήθελε να χρησιμοποιήσει για πολιτικούς σκοπούς. Αλλά και η κίνησή του να καταφύγει στην Ύδρα φανέρωσε τις στενές του σχέσεις με την οικογένεια Κουντουριώτη, η οποία από αυτό το σημείο και μετά θα διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στις εμφύλιες διαμάχες.
Κατά την παραμονή του στο εξωτερικό ο Μαυροκορδάτος ήρθε σε επαφή, όπως αναφέρθηκε, με τον Άγγλο ποιητή Σέλλεϋ, από τον οποίο επηρεάστηκε σημαντικά. Έτσι, επιστρέφοντας στην Ελλάδα, υποστήριξε την άποψη περί συνεργασίας της ελληνικής κυβέρνησης με την αντίστοιχη της Αγγλίας. Οι απόψεις του περί Αγγλίας φάνηκαν καθαρά τον Αύγουστο του 1825 όταν και υπέβαλε στο υπουργικό συμβούλιο σχέδιο-αναφορά με το οποίο το Ελληνικό έθνος προσέφερε διαρκή συμμαχία στην Μεγάλη Βρετανία αν εκείνη έσωζε την Ελληνική Επανάσταση. Είχε προηγηθεί συνάντηση του Κάνιγκ, ανιψιού του Άγγλου πρωθυπουργού και πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη, με τον Μαυροκορδάτο και τον Ζωγράφο. Την αναφορά αυτή αναγκάστηκαν να την υπογράψουν διάφοροι οπλαρχηγοί, πολιτικοί κ.α. και κατόπιν στάλθηκε στην Αγγλία και συγκεκριμένα στον πρωθυπουργό Κάνινγκ. Η κίνηση αυτή του Μαυροκορδάτου συνιστά εθνική προδοσία αφού μόνο προβλήματα δημιούργησε ενώ δεν αντιπροσώπευε την γνώμη του ελληνικού λαού ή έστω των πολιτικών και στρατιωτικών προσωπικοτήτων της χώρας. Από πολλούς η επιστολή αυτή του Μαυροκορδάτου χαρακτηρίστηκε ως δήλωση υποτέλειας.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση Κουντουριώτη είχε καταφέρει να συνάψει δάνειο 2.800.000 λιρών, από τα οποία στην Ελληνική κυβέρνηση περιήλθαν μόνο οι 1.600.000 λίρες. Αυτό το ποσό χρησιμοποιήθηκε από την κυβέρνηση Κουντουριώτη για καθαρά πολιτικούς σκοπούς. Από τότε και μέχρι το τέλος της επανάστασης ο Μαυροκορδάτος παρέμεινε στην Ύδρα παρακολουθώντας τα γεγονότα και δρώντας παρασκηνιακά.
Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος
Με την έλευση του Καποδίστρια το 1828, ο Μαυροκορδάτος διορίστηκε μέλος του Πανελληνίου και τον Μάρτιο του ίδιου χρόνου μέλος του γενικού φροντιστηρίου, με αρμοδιότητα τα ναυτικά. Στην Δ' Εθνοσυνέλευση του Άργους δεν συμμετέχει ενώ δεν αποδέχεται τον διορισμό του στην Γερουσία. Γρήγορα ο Μαυροκορδάτος παραιτείται από όλες τις θέσεις του και αποσύρεται στην Ύδρα, κέντρο των αντιπολιτευομένων.
Πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραμάτισε και στην ανταρσία της Ύδρας, η οποία κορυφώθηκε με την πυρπόληση του ελληνικού στόλου στον ναύσταθμο του Πόρου. Την 14η Ιουλίου του 1831 οι Ανδρέας Μιαούλης και Κριεζής με 200 Υδραίους στρατιώτες κατέλαβαν τον ναύσταθμο στον Πόρο, όπου κατέφθασε αμέσως ο Μαυροκορδάτος για να συντονίσει τις ενέργειες ως πολιτικός σύμβουλος του πρώτου. Στις διαπραγματεύσεις με την κυβέρνηση και τους αντιπρέσβεις πήραν μέρος οι Μιαούλης και Μαυροκορδάτος ως αντιπρόσωποι των επαναστατών. Οι ηγέτες της ανταρσίας γρήγορα κατέληξαν σε αδιέξοδο γι' αυτό και πάρθηκε η απόφαση να αποχωρήσουν. Πριν την αποχώρηση όμως ο Ανδρέας Μιαούλης έκαψε τα περισσότερα πλοία που βρισκόντουσαν στον ναύσταθμο.
Ηθικός αυτουργός αυτής της πράξης, όπως αποδεικνύεται από μαρτυρίες, ήταν ο Μαυροκορδάτος και όχι ο Μιαούλης, ο οποίος είχε μετατραπεί σε πιόνι του πρώτου. Ο ίδιος θα αρνηθεί τις κατηγορίες. Οι μάρτυρες όμως και οι ιστορικοί δεν φαίνεται να συμφωνούν με τους ισχυρισμούς του Μαυροκορδάτου και τον καταδεικνύουν ως κύριο υπεύθυνο της εθνικής αυτής καταστροφής.
Το 1833 διορίζεται από την Αντιβασιλεία υπουργός Οικονομικών (25 Ιανουαρίου) και Στρατιωτικών (3 Απριλίου). Τον ίδιο χρόνο διορίζεται υπουργός Εξωτερικών και πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου. Διαφωνεί με την καταδίκη σε θάνατο του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα και παραιτείται. Από τον Όθωνα τοποθετήθηκε πρεσβευτής στην Κωνσταντινούπολη, στο Μόναχο και κατόπιν στο Λονδίνο. Το 1841 επέστρεψε στην Ελλάδα και χρημάτισε, για μικρό χρονικό διάστημα, υπουργός Εξωτερικών, αλλά γρήγορα διαφώνησε και παραιτήθηκε. Μετά την Επανάσταση του 1843 έγινε αντιπρόεδρος της Βουλής και αργότερα πρωθυπουργός. Ανατράπηκε όμως από τον Κωλέττη. Το 1854 επανήλθε και πάλι στην πρωθυπουργία αλλά παραιτήθηκε τον επόμενο χρόνο εξαιτίας σκανδάλου που αφορούσε τον Δημήτριο Καλλέργη. To 1862 εξελέγη από την Β΄ Εθνοσυνέλευση πρόεδρος της Επιτροπής για τη σύνταξη σχεδίου του Συντάγματος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου